
Μικρές παραμένουν μέχρι στιγμής οι προς τα κάτω αναπροσαρμογές των επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις, καθώς οι συνθήκες δεν επιτρέπουν πιο δραστικές κινήσεις προς την κατεύθυνση μείωσης του κόστους άντλησης ρευστότητας από την αποταμιευτική βάση. Αυτό λειτουργεί προς όφελος των καταθετών, καθώς τους δίνεται η δυνατότητα να «κλειδώσουν» μία υψηλή και σίγουρη απόδοση, χωρίς το ρίσκο απώλειας του κεφαλαίου τους. Οπως εκτιμούν τραπεζικοί κύκλοι, τα επιτόκια τους επόμενους μήνες θα καταγράψουν πτώση της τάξεως του 40%, καθώς θα ολοκληρώνεται η ανακεφαλαιοποίηση του κλάδου, θα προχωρούν οι συγχωνεύσεις που έχουν συμφωνηθεί και θα απομακρύνεται το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία που έχει δώσει στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος, τον περασμένο Νοέμβριο το μέσο επιτόκιο των νέων καταθέσεων με διάρκεια έως και 1 έτος διαμορφώθηκε στο 4,60%, υποχωρώντας σε σχέση με το υψηλό του 5,01% του περασμένου Ιουνίου. Εκτοτε, οι περισσότερες τράπεζες έχουν προχωρήσει σε περικοπές στις αποδόσεις, καθώς και σε κατάργηση προσφορών που είχαν λανσαριστεί για να ανακόψουν το κύμα εκροών που προκάλεσε η πολιτική αβεβαιότητα λόγω της διπλής εκλογικής αναμέτρησης στο β΄ τρίμηνο του 2012.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα 18 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι «εγκατέλειψαν» το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από τις αρχές Μαΐου έως και τις δεύτερες εκλογές της 17ης Ιουνίου, έχουν επιστρέψει σχεδόν τα μισά. Το γεγονός αυτό έδωσε μία ανάσα στις τράπεζες, η οποία τους επιτρέπει να σταματήσουν τις υπερβολές στους λογαριασμούς προθεσμίας. «Θέλουμε να προσφέρουμε ένα ισχυρό κίνητρο στους καταθέτες να επιστρέψουν τα χρήματά τους στις τράπεζες και δεν υπάρχει καλύτερο από τα υψηλά επιτόκια» υπογραμμίζει τραπεζικό στέλεχος, σημειώνοντας πως «δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα υπάρχουν προϊόντα που λειτουργούν σαν λογαριασμοί ταμιευτηρίου και οι αποδόσεις τους κινούνται ακόμη και στα επίπεδα του 5%».
Στο πλαίσιο αυτό δημιουργείται ένα δίλημμα για τον καταθέτη: Να κλείσει τα χρήματά του για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή να επιλέξει μία πιο βραχυπρόθεσμη κατάθεση, αλλά με σαφώς υψηλότερο επιτόκιο, ελπίζοντας ότι οι αποδόσεις στην αγορά δεν θα έχουν πέσει όταν θα θέλει να την ανανεώσει;
Στο 15% ο φόρος
Επιβάρυνση στην καθαρή απόδοση στις προθεσμιακές καταθέσεις θα υπάρξει το 2013 από την αύξηση του φόρου επί των τόκων από το 10% στο 15%. Ο νέος συντελεστής ισχύει αναδρομικά από την 1.1.2013 και αφορά όλες τις νέες καταθέσεις προθεσμίας, αλλά και όσες συνάφθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, για το μέρος των τόκων που θα καταβληθούν την εφετινή χρονιά.
Ενας αποταμιευτής με 100.000 ευρώ έχει σήμερα να επιλέξει μεταξύ μιας κατάθεσης με διάρκεια έξι μηνών και επιτόκιο 5% και ενός «κλειστού» προϊόντος με μέση ετήσια απόδοση 4% για τα επόμενα τρία χρόνια. Με την υπόθεση ότι τα επιτόκια σε έξι μήνες θα έχουν πέσει στο επίπεδο του 3%, τα συν και τα πλην των δύο επιλογών είναι τα εξής:
Αν επιλέξει την προθεσμιακή των 36 μηνών, θα χάσει τόκους στο πρώτο εξάμηνο, αλλά στη συνέχεια, αν επαληθευθεί η πρόβλεψη για την υποχώρηση των αποδόσεων, το προϊόν του θα υπερέχει σημαντικά των αντιστοίχων που θα διατίθενται στην αγορά. Ετσι, όταν οι υπόλοιποι θα αναγκάζονται να αναλάβουν κίνδυνο για να πετύχουν την απόδοση της τριετούς προθεσμιακής κατάθεσης, εκείνος χωρίς κανένα ρίσκο θα απολαμβάνει ετήσιο επιτόκιο 4%.
Αυξομείωση υπολοίπου και ελεύθερη πρόωρη ανάληψη τα πλεονεκτήματα
Εκτός από τα υψηλά επιτόκια, τα προθεσμιακά προγράμματα είναι ελκυστικά και λόγω των υπόλοιπων όρων διάθεσής τους. Η πιο σημαντική διευκόλυνση που παρέχουν είναι η δυνατότητα πρόωρης ανάληψης χωρίς κανένα κόστος. Η ευχέρεια αυτή παρέχεται είτε κατά διαστήματα, π.χ. στην επέτειο του προϊόντος μαζί με την καταβολή των τόκων, ή ακόμη και οποτεδήποτε. Δηλαδή ορισμένα προγράμματα λειτουργούν όπως και οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου, αφού ο πελάτης μπορεί ανά πάσα στιγμή να «σηκώσει» τα χρήματά του, με μια απλή επίσκεψη σε ένα τραπεζικό κατάστημα, χωρίς να χάσει ούτε ένα ευρώ σε τόκους για το διάστημα που τα χρήματά του παρέμειναν στην τράπεζα.
Ως αντικίνητρο στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να λειτουργεί η προβλεπόμενη αύξηση του επιτοκίου ανά περίοδο εκτοκισμού. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί ο καταθέτης να έχει το δικαίωμα ανάληψης των κεφαλαίων του μαζί με την καταβολή των τόκων, ωστόσο αν αποφασίσει να αποσύρει τις αποταμιεύσεις του χάνει το υψηλότερο επιτόκιο που ισχύει στη συνέχεια. Από την άλλη πλευρά, ορισμένες νέες εκδόσεις προθεσμιακών καταθέσεων διαθέτουν χαρακτηριστικά τρεχούμενων λογαριασμών, υπό την έννοια ότι ο πελάτης έχει τη δυνατότητα να αυξομειώσει το υπόλοιπό τους. Στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να αυξήσει την αποταμίευσή του απολαμβάνοντας το ίδιο επιτόκιο για τα νέα κεφάλαια που καταθέτει ή να προχωρήσει σε μερική πρόωρη ανάληψη, διατηρώντας την ίδια απόδοση για τα χρήματα που απομένουν. Συνήθως μοναδική προϋπόθεση που τίθεται ως προς τις αναλήψεις είναι το ύψος τους να μην υποχωρήσει κάτω από το ελάχιστο όριο του προϊόντος.